ὀκτακισχιλιοστός

ὀκτακισχιλιοστός
ὀκτᾰκισ-χῑλιοστός, ή, όν,
A eight-thousandth, Theo Sm. p.125 H.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ὀκτακισχιλιοστός — eight thousandth masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οκτακισχιλιοστός — ή, ό (Α ὀκτακισχιλιοστός, ή, όν) [οκτακισχίλιοι] (τακτ. αριθμτ.) αυτός που έχει σε σειρά ή σε τάξη τον αριθμό οκτώ χιλιάδες …   Dictionary of Greek

  • ὀκτακισχιλιοστόν — ὀκτακισχιλιοστός eight thousandth masc acc sg ὀκτακισχιλιοστός eight thousandth neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”